Οι Επιτροπές Γυναικών και Απασχόλησης του ΕΚ κλήθηκαν να γνωμοδοτήσουν σχετικά με την πρόταση του ΕΚ και του Συμβουλίου που αφορά στα βασικά εφόδια της δια βίου μάθησης. Η ευρωβουλευτής της Ν.Δ.,Μ. Παναγιωτοπούλου – Κασσιώτου, υποστηρίζοντας ότι η διεθνής ανταγωνιστικότητα των ευρωπαίων εργαζομένων πρέπει να ενισχυθεί και να διασφαλιστεί, με τροπολογίες της που έγιναν αποδεκτές,πρότεινε:
- ανάπτυξη υψηλής ποιότητας εκπαίδευσης, προσαρμοσμένης στις νέες ανάγκες της ευρωπαϊκής κοινωνίας και της αγοράς εργασίας με τη στήριξη και τη συμπλήρωση των δράσεων των κρατών μελών.
- συμβολή της εκπαίδευσης στη διατήρηση και την ανανέωση του κοινού πολιτιστικού υποβάθρου καθώς και στην εκμάθηση των βασικών κοινωνικών και πολιτικών αξιών, όπως η ιδιότητα του πολίτη, η ισότητα, η ανοχή και ο σεβασμός, στοιχεία ιδιαίτερα σημαντικά σήμερα που όλα τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν ως πρόκληση την διαχείριση της αυξανόμενης κοινωνικής και πολιτιστικής πολυμορφίας.
- ύπαρξη κατάλληλης υποδομής για τη συνεχή εκπαίδευση και κατάρτιση των ενηλίκων, συμπεριλαμβανομένων των διδασκόντων και εκπαιδευτών καθώς και μέτρων στήριξης των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων,
- γνωστοποίηση στους πολιτικούς ιθύνοντες, στους επαγγελματίες της εκπαίδευσης, στους εργοδότες και τους ίδιους τους μαθητευόμενους του ευρωπαϊκού πλαισίου αναφοράς για βασικές ικανότητες, ώστε να διευκολυνθεί η μάθηση, η ανταλλαγή ορθών πρακτικών και η παρακολούθηση της επιτελούμενης προόδου.
- καταβολή συμπληρωματικών προσπαθειών εκ μέρους των κρατών μελών που θα στοχεύουν στην κάλυψη της διαφοράς που εξακολουθεί να υπάρχει μεταξύ ανδρών και γυναικών στην χρήση των νέων τεχνολογιών.
- εισαγωγή περιφερειακών αξιολογήσεων, οι οποίες θα παρέχουν πληροφορίες ως προς τις πρακτικές απόκτησης βασικών γνώσεων, γνώσεων ΤΠΕ και προγραμμάτων που διοργανώνονται από τους αρμόδιους περιφερειακούς φορείς και τις επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με την εκτίμηση της ομάδας υψηλού επιπέδου για τη στρατηγική της Λισσαβώνας (2004), οι ευρωπαϊκές χώρες δεν λαμβάνουν αρκετά μέτρα, ώστε οι πολίτες να εφοδιάζονται με τα εργαλεία που χρειάζονται και να προσαρμόζονται σε μια εξελισσόμενη αγορά εργασίας, τόσο για θέσεις υψηλών όσο και για εκείνες χαμηλών δεξιοτήτων.
Έχει μάλιστα εκτιμηθεί ότι σχεδόν το ένα τρίτο του ευρωπαϊκού εργατικού δυναμικού (80 εκατ. άνθρωποι) έχουν χαμηλές δεξιότητες. Επιπλέον, μια έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης CEDEFOP (2004) προβλέπει ότι μέχρι το 2010 μόνο το 15% των νέων θέσεων εργασίας θα αφορά ανθρώπους με τις βασικές σχολικές γνώσεις, ενώ το 50% θα απαιτεί εργαζομένους με υψηλές δεξιότητες. Mε τα σημερινά ποσοστά, η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου προβλέπεται να αυξηθεί μέχρι το 2010 στο 14%, ενώ το επίπεδο αναφοράς είναι 10%. Η συμμετοχή ενηλίκων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση αυξάνεται μόνο κατά 0,1-0,2 % μονάδες ετησίως, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα οδηγήσει στην επίτευξη του επιπέδου αναφοράς του 12,5% μέχρι το 2010. Επιπλέον, τα στοιχεία δείχνουν ότι τα άτομα με τις χαμηλές δεξιότητες είναι λιγότερο πιθανό να συμμετέχουν σε περαιτέρω κατάρτιση, πράγμα που δυσκολεύει τη στήριξη εκείνων που τη χρειάζονται περισσότερο.
Με βάση τις παραπάνω προβλέψεις, η Μ. Παναγιωτοπούλου υπογράμμισε τη σημασία ενίσχυσης των βασικών ικανοτήτων υπό το πρίσμα της παγκοσμιοποίησης των αγορών καθώς και της αλλαγής προτύπων προς μια οικονομία και κοινωνία που βασίζεται στη γνώση. Η παρούσα πρόταση προσφέρει σημαντική προστιθέμενη αξία παρέχοντας ένα εργαλείο αναφοράς για τον προσδιορισμό των βασικών ικανοτήτων που θεωρούνται αναγκαίες για όλους και υποστηρίζοντας τα κράτη μέλη στις προσπάθειές τους για εξασφάλιση της πλήρους ενσωμάτωσης της παροχής βασικών ικανοτήτων στις στρατηγικές και τις υποδομές τους για τη διά βίου μάθηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου